Ο Μπόρις Τζόνσον δεν θέλει με τίποτα να φανεί στο τέλος του χρόνου, πως υπέκυψε στις πιέσεις των Βρυξελλών. Πηγή: φωτογραφία αρχείου

Στην λεγόμενη “μετά-Covid” εποχή, ο κίνδυνος εξ ανατολάς παρουσιάζεται πιο ρεαλιστικός από ποτέ. Με αυτή τη λογική η Βρετανική κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Τζόνσον/Κάμινγκς (εσείς διαλέγετε), είχε να πάρει μια ιστορική απόφαση για το μέλλον της χώρας και φαίνεται πως την πήρε.

Ο Τζόνσον δεν θέλει με τίποτα να φανεί στο τέλος του χρόνου, πως υπέκυψε στις πιέσεις των Βρυξελλών.

Αυτό ήταν άλλωστε και το νόημα της εθνικιστικής του καμπάνιας από την αρχή, ένα καθαρό διαζύγιο χωρίς μακροπρόθεσμους δεσμούς που να συνδέουν το Ηνωμένο Βασίλειο (για όσο παραμείνει Ηνωμένο), με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό σημαίνει σε απόλυτα ελληνικά «έξοδος χωρίς συμφωνία».

Την 31η Δεκεμβρίου 2020, στις 11:00 το βράδυ τοπική ώρα, το Λονδίνο θα κόψει τον ομφάλιο λώρο, με αποτέλεσμα όλες οι εμπορικές συμφωνίες που είχε τόσο με τις χώρες της Ένωσης αλλά και με τρίτες χώρες, θα πάψουν να υφίστανται.

Ένα μέρος των ευρωπαϊκών κανονισμών έχει ήδη υιοθετηθεί ως βρετανικός νόμος για να μπορεί η χώρα να λειτουργήσει, αλλά η νέα πραγματικότητα θα οδηγήσει το Ηνωμένο Βασίλειο σε έναν οικονομικό και εμπορικό «ξαφνικό θάνατο», ο οποίος θα δικαιολογηθεί από την κυβέρνηση Τζόνσον ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κορωνοϊού. Έξυπνο; Όχι.

Δεν θα κάνω οικονομική ανάλυση για το τί σημαίνει “no-deal Brexit”, αυτό θα το διαβάσουμε καλά όσο κοντεύουν οι μέρες, ενώ θα μαθαίνουμε να ζούμε με αυτό. Οι λόγοι, που η Βρετανία αυτοβούλως οδηγήθηκε στην απομόνωση θα καλυφθούν σε ένα επόμενο κείμενο.

Η πραγματική επιλογή που ο Τζόνσον είχε να κάνει αυτές τις μέρες ήταν η εξής: Εάν επέμενε στην πάγια εθνικιστική ρητορική που τον ανέβασε στην εξουσία, δηλαδή για έξοδο χωρίς συμφωνία και καμία υποταγή στις Βρυξέλλες, σήμαινε ότι από κάπου έπρεπε να βρει μια εναλλακτική σχετικά με το εμπόριο. Ήταν ξεκάθαρο άλλωστε ότι no-deal σήμαινε no trade deal με την Ένωση.

Για να πραγματοποιήσει τον διακαή αυτό πόθο, είχε στραφεί στον εν μέρη ομοϊδεάτη του Donald Trump, ο οποίος από την αρχή της διακυβέρνησης του, διαμηνύει ξεκάθαρα προς πάσαν κατεύθυνση, ότι για να έχει ένα κράτος στενές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, πρέπει πρώτα να απομακρυνθεί οικονομικά και εμπορικά από την Κίνα – κάτι τέτοιο είχε διαμηνυθεί και στον Έλληνα πρωθυπουργό κατά την τελευταία επίσκεψη του Mike Pompeo στην Αθήνα.

Καθώς τις προηγούμενες εβδομάδες ετοιμαζόταν η νομοθεσία για τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, πέμπτης γενιάς (ή αλλιώς 5G), οι τρεις εταιρίες που φλέρταραν με τις άδειες ήταν οι εξής: Ericsson (σουηδική), Nokia (φιλανδική) και Huawei (κινεζική). Μέσα στο κόμμα των Συντηρητικών, υπήρξε ακόμα ένας διχασμός για το κατά πόσον έπρεπε η Βρετανική κυβέρνηση να υπακούσει στις εντολές της Ουάσιγκτον και να εκτοπίσει την Huawei από το παιχνίδι.

Πηγή από την τεχνοκρατική ομάδα ανέφερε πως είχε γίνει γνωστή η απειλή Trump ότι πιθανή μη συμμόρφωση του Ηνωμένου Βασιλείου με την εν λόγω εντολή θα οδηγούσε στο πάγωμα της «ειδικής σχέσης» μεταξύ των δύο χωρών, πρακτικά αυτό σήμαινε και την διακοπή συνεργασίας των μυστικών υπηρεσιών Αμερικής-Βρετανίας.

Η πιο εξόφθαλμη όμως απειλή δεν ήταν άλλη από την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της εμπορικής συμφωνίας των δύο χωρών, κάτι που θα άφηνε τη Βρετανία ακόμη πιο εκτεθειμένη μετά την «ηρωική» έξοδο από την ΕΕ.

Σε άρθρο του ο Guardian, με ημερομηνία 22 Μαΐου του τρέχοντος έτους, αποκαλύπτει την απόφαση του Τζόνσον για πλήρη υποταγή στις Αμερικανικές αξιώσεις, για αποκλεισμό της Huawei μέχρι το 2023, κάτι το οποίο θα δώσει το πράσινο φως και στην υπογραφή μιας «μεγάλης» εμπορικής συμφωνίας, όπως λέει ο Trump.

Την ίδια στιγμή, χαράσσει πλέον ξεκάθαρα ένα νέο σιδηρούν παραπέτασμα, μεταξύ δύσης και ανατολής, με χώρες όπως τη Βρετανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες να καλούν σε συνεχή επαγρύπνηση.

Ένα νέο στοιχείο σε αυτόν τον νέο ψυχρό πόλεμο, μεταξύ δύσης και ανατολής, είναι και η απόφαση της Κίνας να ελέγξει πλήρως το καθεστώς του Χονγκ Κονγκ μέσω ενός νέου νομοθετήματος «ασφάλειας» όπως το αποκαλεί το Πεκίνο.

Σε αυτή την νέα ιμπεριαλιστική κίνηση έρχεται να απαντήσει το Λονδίνο, προσφέροντας τη δυνατότητα πολιτογράφησης σε περισσότερους από τρία εκατομμύρια κατοίκους της πρώην βρετανικής αποικίας.

Το κατά πόσον αυτή η κίνηση αμυντικής επίθεσης του Λονδίνου ήταν σωστή η όχι, θα το κρίνει μόνο η ιστορία. Την ίδια στιγμή όμως, είναι οφθαλμοφανές ότι το Λονδίνο, δεν θέλει να ελέγξει τη μετανάστευση όπως διαμήνυαν ξανά και ξανά τα πρωτοπαλίκαρα του “Leave Campaign”, αλλά απλώς να διακόψει σχέσεις που κρατούν το Λονδίνο κοντά σε μη αγγλόφωνες ευρωπαϊκές χώρες, την στιγμή που η χώρα επανατοποθετεί τις σχέσεις της με παραδοσιακές αποικίες της πάλαι ποτέ «βρετανικής αυτοκρατορίας».

Ακόμη κι αν οι Brexiteers βγάζουν φλύκταινες, στο άκουσμα του ονόματος του Guy Verhofstadt, θα επαναλάβω την τοποθέτησή του στην τελευταία επίσκεψή του στο Λονδίνο, κατά τη διάρκεια της εκλογικής καμπάνιας των Φιλελεύθερων Δημοκρατών: «Οι χώρες ενώνονται σε αυτοκρατορίες ως αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να είναι μόνο του».

Εγώ θα προσθέσω κάτι παραπάνω: Το Ηνωμένο Βασίλειο δε μπορεί να φτιάξει τη δική του αυτοκρατορία στον 21ο αιώνα γιατί δεν έχει τους πόρους και τα μέσα, τη στιγμή που υπάρχουν πολύ πιο ανεπτυγμένες χώρες στον κόσμο.

*Ο Ανδρέας Μεταξάς είναι δημοσιογράφος κι ανταποκριτής του Alpha Κύπρου. Ζει και δραστηριοποιείται στο Λονδίνο τα τελευταία χρόνια, είναι πτυχιούχος νομικής με μεταπτυχιακές σπουδές στην Ευρωπαϊκή Δημόσια Πολιτική από το UCL.

Brexit / Διαβάστε Επίσης